Από την εργασία της περιβαλλοντικής ομάδας του Λυκείου Πολιχνίτου (2008 - 2009) με τίτλο <<Η μοναστική ζωή στον Πολιχνίτο>>.


«Δύο χιλιόμετρα μετά το Δαμάνδρι σε επίπεδη έκταση βρίσκεται η εκκλησία του Αη- Γιώργη. Είναι μια μονόκλιτη εκκλησία με παλιές εικόνες και τέμπλο, το οποίο πρόσφατα έγινε από την αρχή παραδοσιακό σκαλιστό στην Αγιάσο από δωρεά πιστού. Έχει την κόγχη του ιερού από λαξευμένους λιθόπλινθους, ένθετα τουβλάκια και τρία μεγάλα τοξωτά παράθυρα. Κελιά υπάρχουν στην αυλή, όπου φιλοξενούνται οι επισκέπτες, που είναι πολλοί ιδιαίτερα κατά τους καλοκαιρινούς μήνες και μάλιστα τον Αύγουστο, για να « δεκαπεντίσουν», όπως λένε, τάμα στον Άγιο.

Γύρω από την εκκλησία υπάρχουν μεγάλοι ορθογώνιοι λιθόπλινθοι, τούβλα και κεραμίδια που δείχνουν ότι παλιότερα υπήρχαν κτίσματα. Λαξευμένες γούρνες από καφετιά πέτρα και όρθιο μέσα στο χώμα το κάλυμμα μιας λάρνακας. Δίπλα υπάρχει ένα μαντρί και στους ξεροτράχαλους τοίχους που βρίσκονται τρία επιθήματα με σταυρό στο πλάι και ένας σπασμένος αμφικιονίσκος, όλα από το ίδιο υλικό. Αυτά μαζί με τα τούβλα, που έχουν αυλακώσεις, και τους άφθονους λαξευμένους λίθους είναι σοβαρές ενδείξεις ότι στο μέρος αυτό υπήρχε παλαιοχριστιανικός ναός. Εδώ τοποθετείται το μετόχι του Δαμανδρίου, αφιερωμένο στον Άγιο Γεώργιο, που σύμφωνα με τους μελετητές, διαδέχτηκε το παλαιότερο μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου των Βυζαντινών χρόνων, απ’ όπου διωγμένοι οι μοναχοί χτίσανε το μοναστήρι του Δαμανδρίου. Παράδοση αναφέρει ότι τα παλιά μοναστήρια που ήταν τοποθετημένα ανατολικά του Πολιχνίτου, στη θέση Κορακιά, λεηλατήθηκαν από τους πειρατές, πυρπολήθηκαν και οι επτά μοναχοί κατακρεουργήθηκαν με τσεκούρια. Δύο καλόγεροι γλίτωσαν, γιατί, τραυματισμένοι καθώς ήταν, έκαναν τους πεθαμένους και ξέφυγαν προς τα βόρεια, όπου σε μικρή απόσταση χτίσανε το Δαμάνδρι. Την παράδοση αυτή ενισχύει και η μαρτυρία του εκλιπόντος Κ. Ψάνη, που κατά την εκχέρσωση του αγρού του που βρίσκεται δίπλα στο ναό του Αγίου Γεωργίου βρέθηκε λάρνακα με δύο κεφάλια, που έφεραν σχισμή από μπαλτά. Στο κτήμα απέναντι από την είσοδο της εκκλησίας, «Πλάτη» όπως ονομάζεται, μαρτυρία αναφέρει, ότι υπάρχουν εφτά τάφοι με κλίση προς τα πάνω του τμήματος, όπου βρίσκονταν τα κεφάλια των νεκρών. Σε τουρκικά φιρμάνια του 1782 – 1793 ο Άγιος Γεώργιος αναφέρεται ως Μετόχι του Δαμανδρίου. Σήμερα απομένουν η εκκλησία με τα σύγχρονα κελιά. Τα Μελαντά καλύπτουν μια μεγάλη έκταση που κατοικήθηκε από τα αρχαία χρόνια ανελλιπώς. Η γη εύφορη έθρεψε τους κατοίκους και τους προφύλαξε από τη μανία των επιδρομέων. Σήμερα ακόμη σπέρνονται τα χωράφια και καλλιεργούνται οι ελιές. Επίσης, προσκυνητές έρχονται από ολόκληρο το νησί προς τιμήν του Αγίου. Σε παλιότερες εποχές, όταν δεν υπήρχαν αυτοκίνητα, οι προσκυνητές πήγαιναν με τα ζώα, για να αγρυπνήσουν να κάνουν λειτουργία και να προσευχηθούν στο θαυματουργό Άγιο. Διηγούνται τη θαυματουργή παρουσία του Αγίου τις ώρες της προσευχής τους, όπως το ποδοβολητό του Αγίου στη στέγη της εκκλησίας ή στον αύλειο χώρο. Γύρω στις 12 τα μεσάνυχτα οι προσκυνητές που αγρυπνούσαν, έβγαιναν στο προαύλιο, όπου βρισκόταν η εικόνα του Αγίου τοποθετημένη ανάμεσα σε πρίνους, για να προσευχηθούν , γιατί εκεί εμφανιζόταν σαν οπτασία η μορφή του Αγίου Γεωργίου. Καθημερινώς ανέβαινε στον Άγιο και έκανε Λειτουργίες και αγρυπνίες ο πατέρας Λεβέντης. Λέγεται ότι ο Άγιος του υπέδειξε να σκάψει σε ορισμένο μέρος και θα βρει το αγίασμα που πράγματι βρέθηκε. Ενώ σκεπτόταν ότι δεν έχει χρήματα να το μεταφέρει στην εκκλησία, κάποιος από το εξωτερικό του πρόσφερε ένα μεγάλο ποσόν για να το χρησιμοποιήσει όπου θέλει, χωρίς να γνωρίζει τον πόθο του. Αυτή ήταν η πρώτη φορά που μεταφέρθηκε νερό στα Μελαντά.

Η μνήμη του Αγίου γιορτάζεται δύο φορές το χρόνο στις 2 Νοεμβρίου και σε 15 ημέρες μετά την Κυριακή του Πάσχα, όπου γίνεται πανηγύρι με πλήθος κόσμου. Την παραμονή της γιορτής γίνεται εσπερινός με αρτοκλασία και οι κάτοικοι κάνουν την προετοιμασία για το παραδοσιακό φαγητό «κισκέκ». Ανάβουν φωτιές στο προαύλιο της εκκλησίας, τοποθετούν μεγάλα καζάνια επάνω και βράζουν κρέας και σιτάρι πολύ καλά . Αφού βράσει το κοπανούν με μεγάλα κουτάλια- ξύλα, ώστε να γίνει ένας χυλός. Την επόμενη μέρα το μοιράζουν στους προσκυνητές μετά το τέλος της θείας λειτουργίας. Η θεία λειτουργία γίνεται με την παρουσία των κληρικών της περιοχής και πλήθος πιστών με μεγαλοπρέπεια. Στο τέλος γίνεται η περιφορά της εικόνας με πιστούς καβάλα στα άλογά τους και κρατώντας την εικόνα του Αγίου να προπορεύονται της πομπής και με τη συνοδεία των μουσικών ακουσμάτων της τοπικής «μπάντας» που πλαισιώνεται από μαθητές των σχολείων της περιοχής.

Στα πλαίσια του προγράμματός μας στις αρχές του Μάη κάναμε λειτουργία προς τιμή του Αγίου με αρτοκλασία, παρουσία καθηγητών του σχολείου μας και των μαθητών της Β΄ τάξης που πήραν μέρος στο πρόγραμμα και παρακολούθησαν την τελετή με ιδιαίτερη προσοχή και κατάνυξη.


Πολλά θαύματα διηγούνται οι πιστοί για τον Άγιο Γεώργιο. Παραθέτουμε δύο.

Κάποιος αγρότης στην περιοχή είχε στήσει αλώνι για τα γεννήματά του. Μια μέρα σταμάτησε για λίγο το αλώνισμα και μέσα στην κάψα του καλοκαιριού πήγε λίγο πιο πέρα, όπου είχε το κανάτι του, για να πιει. Τότε εμφανίστηκε μπροστά του ένας όμορφος καβαλάρης και του είπε να μην πιει. Απορώντας ο αγρότης άδειασε το κανάτι του και με το νερό έπεσε και μια οχιά.

Μια άλλη φορά ένας χωρικός σταμάτησε για λίγο το αλώνισμα, έδεσε τα άλογά του και έγειρε για να ξαποστάσει, οπότε τον πήρε ο ύπνος. Ξαφνικά ένοιωσε κάποιον να τον σπρώχνει και ανοίγοντας τα μάτια του είδε έναν καβαλάρη να του λέει: «Σήκω γρήγορα. Τα άλογα βρίσκονται μέσα στο αλώνι» και έτσι έτρεξε και έσωσε τη σοδειά του.»»


Δημοτικό τραγούδι για τον Αη Γιώργη

Στο Ιερό Προσκύνημα του Αγίου Γεωργίου στα Μελαντά, υπάρχουν κορνιζωμένες δυο εκδοχές του τραγουδιού του Αγίου Γεωργίου.
Την πρώτη τραγουδούσε μια γυναίκα η οποία έμενε στα κελιά, τα οποία υπάρχουν στα Μελαντά και την έλεγαν Δημητρούλα: (Για τη Δημητρούλα θρυλούνται πολλά. Έλεγε ότι πολλές φορές εμφανίζονταν μπροστά της ο Άγιος και υποδείκνυε το θέλημά του. Πιστοί αναφέρουν ότι μια μέρα μόλις άρχισε ο ιερέας τη λειτουργία τον διέκοψε η Δημητρούλα λέγοντας: πάτερ, περίμενε λίγο γιατί έρχονται προσκυνητές από άλλο μέρος του νησιού. Και πράγματι σε λίγο εμφανίστηκαν οι προσκυνητές. Η ίδια έλεγε ότι επειδή ο Άγιος εμφανίζονταν στο δένδρο που βρίσκεται στην αυλή της εκκλησίας είχε πάντα εκεί ένα κανάτι με νερό για να πιει και να πλυθεί και μια πετσέτα, στην οποία έβρισκε συχνά τα ίχνη του Αγίου. Χωρίς θρύλους οι παραδόσεις είναι άνευρες και αδιάφορες)

Ένα θεριό εβρέθηκε σε μιας χώρας πηγάδι.
Άθρωπου του ταΐζανε κάθε πρωί και βράδυ.
Σα δε του δίνουν άθρωπο κάθε πρωί και ώρα,
ποτέ δεν άφηνε νερό, να τρέξει μες τη χώρα.
Τα μπουλετιά επαίξανε να βρουν σε ποιον θα πέσει,
να στείλει το παιδάκι του στο δράκοντα πεσκέσι.
Τα μπουλετιά επέσανε προς τη βασιλοπούλα,
οπού την είχε ο βασιλιάς μόνη και μοναχούλα.
Κλαίει βασιλιάς από τη μια, απ' τ'ν 'αλλ(η) βασιλοπούλα,
-Ώχου γλυκιά μ' παρηγοριά, που σ' είχα μοναχούλα.
-Στολίσετε την κόρη σας, την κάνετε σα νύφη,
να την επάτε στο θεριό να την ξεκοκαλίσει.
Στολίσανε την κόρη τους μ' ανθούς και με λιθάρια,
με δαχτυλίδια ατίμητα και με μαργαριτάρια.
-Πάρετε όλο μου το βιος και το βασίλειό μου.
Πέφτουν μαχαίρια αρίφνητα να παν την κορασίδα
μ' αλσίδες να τη δέσουνε στου πηγαδιού τα χείλια
Γι' αφέντης από μακριά να την παρηγορήσει,
να δει το άγριο θεριό, πώς θα τη ξενυχίσει.
-Άμε και συ αφέντη μου να μη φάγει και σε σένα,
αυτό το άγριο θεριό, που θε να φάει κι εμένα
Κλαίει η κόρη κι δέρνεται και λεει αλί! σε μένα
όπου μ' αφήσαν μοναχή και δεν βλέπω κανένα

Ο Αη Γιώργης τ' άκουσε τρέχει να τη γλιτώσει
κι από τα νύχια του θεριού να τη ξελευθερώσει.
-Άπλωσε την ποδίτσα σου κόρη να πέσω απάνω
κι εγώ σκοτώνω το θεριό κι απ' έδιου θα σε βγάλω.
Άπλωσε τη ποδίτσα σου κόρη να με ψειρίσεις
κι όταν αφρίσει το νερό τότε να με ξυπνήσεις.
Από το δρόμο τον πολύ ήτανε κουρασμένος,
έπεσε πα στα γόνατα, μα σαν αποθαμένος.
-Για ξύπνα - ξύπνα νη καλέ και το νερό αφρίζει
κι ο δράκος τα δοντάκια του για μένα ακονίζει.
Εξύπνησε ο νη καλός πολύ ξετρομαγμένος
Μια κονταριά του έδωσε βρέθηκε σκοτωμένος
Κι όπου σκοτώνει το θεριό βγαίν' ένα περιστέρι,
που βάσταγε αργυρό σταυρό στο δεξιό του χέρι
Κι έγραφε απάνω ο σταυρός βέβαια Άγιος Γιώργης,
όπου σκοτώνει το θεριό γλιτώνει τις αθρώπεις.

Βγάζει και τη κορδέλα του απ' το λαιμό το δένει
Παίρνει και τη βασίλισσα στο βασιλιά πηγαίνει
Για δες χαρά που γίνεται σε τούτο το παλάτι
Να πάρουνε τη κόρη τους και πάλι να την πάνε
-Να βασιλιά μ' τη κόρη σου και να και το παιδί σου
-Χαίρουσταν συ την κόρη μου, χαίρους και το παιδί μου
Πάρε και την κορώνα σου, κάτσε και στο θρονί σου,
να σ' έχω για παιδάκι μου, σα φως των ομματιών μου.
-Χαίρους και την κορώνα σου, κάτσε και στι θρονί σου.
-Για πες μου, πες μου νη καλέ πού σου βαστά η γενιά σου;
γιατί θα κάνω κάλεσμα να στείλω σ' τ'ν αφεντιά σου.
-Αη Γιώργης ονομάζομαι απ' την Καππαδοκία
Σα θες να κάνεις κάλεσμα, κάνε μια εκκλησία
Δεξιά να βάλεις το Χριστό, ζερβά την Παναγία
Καταμεσή στην εκκλησιά βάλ' ένα καβαλάρη,
αρματωμένο με σπαθί και με χρυσό κοντάρι.
Να 'ρχονται να τον προσκυνούν όλοι, μικροί μεγάλοι.
-Μετά χαράς σου νη καλέ κι η εκκλησιά θα γένει
Μ' ασήμι και με μάλαμα κι άξια και τιμημένη.

Συγκρίνοντας το παραπάνω κείμενο με τις 27 παραλλαγές που υπάρχουν σε όλη την Ελλάδα και τις οποίες συγκέντρωσε και σχολιάζει ο Γ.Ν. Πολίτης στο τριμηνιαίο Δελτίο της Ελληνικής λαογραφικής Εταιρείας (τόμος Δ΄1912-13) γίνεται φανερό ότι συμπίπτει με τη γαλλική μετάφραση της λεσβιακής εκδοχής του τραγουδιού. (τη λεσβιακή αυτή εκδοχή ο Γ.Ν.Πολίτης βρήκε μόνο σε γαλλική μετάφραση)

Το δεύτερο κείμενο, που υπάρχει στο προσκύνημα του αγίου Γεωργίου στα Μελαντά είναι το παρακάτω:

Άγιε μου Γιώργη αφέντη μου, αφέντη καβαλάρη
αρματωμένος με σπαθί και με χρυσό κοντάρι,
βοήθησε μας, τα φτωχά βοήθεια ζητούμε.
Ένα θεριό κατέβηκε στης χώρας το πηγάδι
και δεν αφήνει άνθρωπο νερό να πα να πάρει,
αν δεν του δώσουν άνθρωπο κάθε πρωί και βράδυ.
Γι αυτό ερίχνανε λαχνό και όπου ήθελε να πέσει,
πήγαινε το παιδάκι του στον δράκοντα πεσκέσι.
Έπεσε και στο Βασιλιά για την βασιλοπούλα
για να την πάγει στο θεριό την όμορφη κορούλα.
Ο Βασιλιάς σαν τ' άκουσε, αφρίζει και φωνάζει:
πάρετε όλο μου το βιος και το βασίλειό μου
κι αφήστε το παιδάκι μου, το φως των ομματιών μου.
Όλος ο κόσμος φώναξε, όλος με στόμα ένα:
-Για δώσ' μας το παιδάκι σου, για παίρνουμε και σένα.
Ο βασιλιάς σαν τ' άκουσε αυτόν τον λόγο λέει:
στολίστε τη με ατίμητο πετράδι, με ασήμι,
στολίσετε με μάλαμα και με μαργαριτάρι
και νύφη να την κάνετε και να την πάτε στο θεριό
να την γλυκομασήσει.
Πέφτει λαός αρίθμητος πάνω στην κορασίδα,
Μικροί, μεγάλοι κλάψανε κι όλοι την λυπηθήκαν,
την πήραν και την δέσανε σ' του πηγαδιού τα χείλια.
Η Βασίλισσα γονάτισε την προσευχή της κάνει.

Άγιος Γιώργης τ'ν άκουσε απ' την Καππαδοκία,
στο γρήγορο του άλογο καβάλησε με βία.
Σε μια παντέρμη ερημιά το Σατανά ανταμώνει.
-Άγιε μου Γιώργη μου, καλέ, γιατί τόσο καλπάζεις
το γρήγορο σου τ' άλογο γιατί το παραβιάζεις.
-Καταραμένε σατανά, που ξέρεις τ' όνομά μου.
Εγώ 'μια ξένος από δω, που ξέρεις τα γονικά μου.
Κοντοβαστάει τ' άλογο και το βουνό ανεβαίνει.
Βρίσκει την κόρη να στέκεται σαν ψιλομαραμένη.
-Για φύγε παλικάρι μου, φύγε μη φα και σένα
αυτό το άγριο θεριό, που θε να φαει κι εμένα.
-Σου είπα κοριτσάκι μου να μη πολυφοβάσαι
και του Θεού τη δύναμη πάντα να τη θυμάσαι.
Ξεπέζεψε και στάθηκε λίγο να ακουμπήσει,
ώσπου να έβγει το θεριό απ' τη μεγάλη βρύση.
-Για ξύπνα παλικάρι μου και το νερό αφρίζει
και για εμένα το θεριό τα δόντια του τα τρίζει.
-Σου είπα κοριτσάκι μου να μη πολυφοβάσαι
και του Θεού τη δύναμη πάντα να τη θυμάσαι.
Αρχή που κάνει για να βγει, όλα τα όρη τρέμουν.
Η κόρη απ' το φόβο της έμεινε δίχως αίμα.
Κοντοβαστάει τ' άλογο και το κοντάρι παίρνει,
βρίσκει στο στόμα του θεριού, βρύση το αίμα τρέχει.
Μια κονταριά του έριξε, το πήρε μες το στόμα
και άλλη και άλλη μια, το έριξε στο χώμα.
Όταν σκοτώνει το θεριό, βγήκε ένα περιστέρι,
βαστάει κι αργυρό σταυρό στο δεξιό του χέρι
και γράφει επάνω ο σταυρός: Άγιος Γεώργης,
όπου σκοτώνει το θεριό, γλυτώνει τους ανθρώπους.

Βγάζει και την κορδέλα του και το λαιμό του δένει,
παίρνει και τη βασίλισσα στον Βασιλιά πηγαίνει.
Για δες χαρές που γίνονται σε τούτο το παλάτι,
που πήραν την κορούλα του και πίσω την επάνε.
-Χαίρους παιδί μου την κορούλα μου, χαίρους και το παιδί μου,
χαίρους και την κορώνα μου, κάτσε και στο θρονί μου.
-Χαίρους εσύ την κόρη σου, χαίρους και το παιδί σου,
χαίρους και την κορώνα σου, που έχεις στην κεφαλή σου.
-Για πες μου παιδί μου, ω καλέ, το όνομά σου
για να σε κάνω κάλεσμα, να πάγω στη γενιά σου.
-Γιώργη με ονομάζουνε απ' τη Καππαδοκία.
Αν θέλεις να κάνεις κάλεσμα, κάνε μια εκκλησία.
Δεξιά να είναι ο Χριστός, ζερβά η Παναγία,
καταμεσής στην εκκλησιά, κάνε ένα καβαλάρη,
να κονταρέβει ένα θεριό μ' ένα μακρύ κοντάρι.
Μετά χαρά σου , ω καλέ, η εκκλησιά θα γίνει
και τ' όνομά σου Γιώργο μου παντοτινά θα μείνει,
να έρχονται να προσκυνούν, όλοι μικροί μεγάλοι.

Η παραλλαγή αυτή έχει πολύ μεγάλη ομοιότητα με την Ηπειρώτικη γεγονός που δικαιολογείται από το ότι αρκετοί Ηπειρώτες, μάστορες της πέτρας, (αλλά και άλλοι) μετανάστευσαν εσωτερικά στα νησιά του Αιγαίου και επομένως μετέφεραν και τις παραδόσεις τους.

Αρχική Σελίδα        Εξωκλήσια-Μετόχι